in

Τέμπη 4-10-1999

Τέμπη 4-10-1999

Δεν το μπορείς των αδερφών
κακία να κρατήσεις,
γιατ’η ζωή επέλεξε
νωρίς να τους αφήσει.

Κλάψε Δικέφαλε Αετέ
και πέτα εκεί κοντά τους,
άνοιξε πάλι τα φτερά
κάν’τα φτερά δικά τους.

 

Όταν διαβείς το δρόμο τους,
Δικέφαλε σταμάτα,
χαιρέτα τους μου κι ύστερα,
συνέχισε τη στράτα
χαιρέτα τους μου κι ύστερα,
συνέχισε τη στράτα,

Μπορεί να πήγαν κάπου αλλού
μα όλο εδώ γυρνάνε,
κατήργησαν τα σύνορα
μαζί μας τραγουδάνε.

Δεν μας αφήσανε ποτέ
δε θέλουν να “μαστε μόνοι,
Όλοι μαζί για ‘σένανε
φωνάζουμε ακόμη.

Σα να τους να δεις να φεύγουνε,
Δικέφαλε θυμήσου,
πόσες βραδιές περάσαμε,
εσύ κι εγώ μαζί τους,
πόσες βραδιές περάσαμε,
εσύ κι εγώ μαζί τους.

 

Όποιος δεν έχει ταξιδέψει με πούλμαν για να δει την αγαπημένη του ομάδα να αγωνίζεται εκτός έδρας, πολύ δύσκολα θα καταλάβει αυτό το σημείωμα. Ημέρα χθες που η Θεσσαλονίκη έθαψε έξι παιδιά της, άκουσα στις συνηθισμένες κατά τη διάρκεια των τηλεοπτικών ειδήσεων συζητήσεις μεταξύ γνωστών και φίλων, πολλούς να αναρωτιούνται, κάπως απαξιωτικά: «Τι το θελαν μωρέ να έρθουν στην Αθήνα με τον ΠΑΟΚ;». Και κατά καιρούς, όταν συμβαίνει να έχουμε συμπλοκές φιλάθλων σε διάφορες πόλεις, ακούω τους γνωστούς, τυποποιημένους ανθρώπους να καταλήγουν εύκολα στο «ηθικόν δίδαγμα»: «Να δούμε τι ανατροφή έχουν πάρει αυτά τα παιδιά».

Το ταξίδι, λοιπόν, για το παιδί της εξέδρας είναι ένα κομμάτι μονάχα, ίσως και το ωραιότερο όμως, αυτής της συγκλονιστικής του διαδρομής μέσα από τα πιο όμορφα του χρόνια. Ταξιδεύει, γιατί είναι έγκλημα σε αυτή την ηλικία να παραμένεις στάσιμος. Η ομάδα του είναι πολλές φορές απλώς ένα πρόσχημα.

Στις ποδοσφαιρικές αυτές εκδρομές αναπτύσσεται, όσο πουθενά αλλού, η έννοια της αλληλεγγύης και της ανιδιοτελούς συμπαράστασης του ενός προς τον άλλον. Αυτό που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «χαρά της παρέας», μέσα στα πούλμαν των οπαδών είναι χειροπιαστή πραγματικότητα. Το σάντουιτς του ενός ανήκει και στον άλλον. Το «κερνάω μια μπύρα ή ένα αναψυκτικό» είναι ενέργεια απολύτως φυσική, σαν να σκουπίζεις -ας πούμε- τον ιδρώτα από το κούτελο, δεν το σκέφτεσαι, το κάνεις.

Πολλές φορές, όταν ο ένας πει «δεν μπορώ να έρθω αυτό το Σαββατοκύριακο, δεν έχω φράγκα», είναι εκπληκτικό το πόσο γρήγορα θα πέσει σύρμα στους υπολοίπους και θα βρεθούν λεφτά. Λεφτά, που κανείς δεν απαιτεί να επιστραφούν ποτέ. Στα ταξίδια τους αυτά -που εμείς οι βολεμένοι βλέπουμε πάντοτε με κακό μάτι- τα παιδιά είναι χαρούμενα. Όπως δεν είναι δηλαδή στο σπίτι τους, στο σχολείο, στη γειτονιά, στην πόλη. Ερωτεύονται, συζητάνε, καβγαδίζουν, λένε σαχλαμάρες, τραγουδάνε, μερικές φορές υπερβαίνουν τα όρια . . . Εντάξει . . Αλλά, γιατί είναι έγκλημα να υπερβαίνει τα όρια ένα παιδί 20 χρονών και δεν είναι όταν τα υπερβαίνει ένας πολιτικός 60 χρονών ή ένας δημοσιογράφος 40;

Ειρωνεία! Τη στιγμή που ο μισός πληθυσμός αυτής της τερατούπολης, της Αθήνας, την εγκατέλειπε από τον φόβο των σεισμών, αυτά τα παιδιά, οι οπαδοί του ΠΑΟΚ, ήρθαν εδώ. Και σκοτώθηκαν φεύγοντας, όταν οι αλαφιασμένοι Αθηναίοι είχαν πια επιστρέψει.

Τη στιγμή της σύγκρουσης κοιμόντουσαν. . . Ήταν γλυκός ο ύπνος τους, όχι τόσο γιατί ο ΠΑΟΚ πήρε καλό αποτέλεσμα από τον Παναθηναϊκό, όσο γιατί απλώς είχαν περάσει ωραία. Είχαν ζήσει. Δεν είχαν μουχλιάσει, όπως όλοι εμείς. Στο καλό ρε φιλαράκια! Και μην ξεχάσετε να πάρετε μαζί και τα κασκόλ σας, να τον ομορφύνετε πιο πολύ τον ουρανό.»

Άρθρο του Χρήστου Μιχαηλίδη, «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», 06/10/1999

Πηγή: sombrero.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Φυσικό λευκαντικό για τα ρούχα

«Ξε Σκουριά Ζω» στη Μεγάλη Παναγία Χαλκιδικής