in

We don’t want food, we want freedom

We don’t want food, we want freedom

Βέννα, Φυλάκιο, Παγανή

Ακριβώς δέκα χρόνια πριν, το φθινόπωρο του 2003, οργανώσαμε την πρώτη καμπάνια μας ενάντια στα κέντρα κράτησης των προσφύγων. Στο στόχαστρο τότε το στρατόπεδο της Βέννας, στη Ροδόπη. Αίτημά μας να σταματήσει ο πόλεμος ενάντια στους πρόσφυγες που είχε από τότε εξαπολύσει το ελληνικό κράτος με τη συνεπικουρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης· δηλαδή, να αποναρκοθετηθεί ο Έβρος, να καταργηθεί η στρατιωτικοποιημένη Συνοριοφυλακή, να σταματήσουν οι ομαδικές απελάσεις, να δοθεί άσυλο, δικαιώματα και στέγη στους πρόσφυγες. Και κυρίως, να κλείσουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των προσφύγων.

Οι χώροι αυτοί, αποτελούσαν πάντα την πιο απτή πραγμάτωση ενός ολοκληρωτικού πολέμου: ενάντια στους μαύρους της Νότιας Αφρικής και τους Εβραίους της ναζιστικής Γερμανίας εχθές, ενάντια στους πρόσφυγες σήμερα. Οι έγκλειστοι εκεί δεν έχουν καν το δικαίωμα να γνωρίζουν γιατί και πόσο και θα κρατηθούν φυλακισμένοι. Δεν έχουν εξόδους, άδειες ή άλλες παροχές. Δεν μπορούν καν να περιμένουν με αγωνία την απόλυσή τους, αφού μετά από αυτή μπορούν να συλληφθούν ξανά την επόμενη ημέρα για να περάσουν τα ίδια. Πρόκειται για την πιο απόλυτη μορφή βίας, η οποία βέβαια ξέρουμε πολύ καλά «από πού προέρχεται», ακόμα κι αν παραμένει πάντα στην αφάνεια για όλους αυτούς που φρίττουν μπροστά σε «κάθε μορφή βίας». 

Η πρώτη αυτή καμπάνια προσπάθησε πρώτα από όλα να σπάσει αυτήν ακριβώς την απομόνωση. Να κάνει γνωστά τα στρατόπεδα στην κοινωνία και να ανοίξει την πόρτα τους στις οργανώσεις της. Το αποτέλεσμα μάλιστα ήταν άμεσο· μέχρι να οργανωθεί η πανελλαδική κινητοποίηση στη Βέννα, στις 29 Νοέμβρη του 2003, οι αρχές είχαν φροντίσει να εκκενώσουν το στρατόπεδο. Κάτι τέτοιο βέβαια ήταν –και ως ένα βαθμό είναι- μάλλον εύκολο, αφού οι λίγες δεκάδες ή εκατοντάδες έγκλειστοι σε αυτό αποτελούσαν σε κάθε περίπτωση μικρό μόνο ποσοστό των χιλιάδων προσφύγων και ο βίαιος εγκλεισμός αποτελούσε μάλλον μία «συμβολική» καταπίεση, παρά μία πραγματική, και φυσικά κατασταλτική, διαχείριση του πληθυσμού τους.

Ακολούθησαν και άλλες κινητοποιήσεις, με το ίδιο περιεχόμενο. Τον Μάη του 2007, πανελλαδική κινητοποίηση κατέληξε έξω από το νέο τότε Κέντρο Κράτησης στο Φυλάκιο του Έβρου. Διαβάζουμε στο κάλεσμα:

«Οι νέοι χώροι κράτησης – φυλακές που προορίζονται για ανθρώπους που δεν έχουν διαπράξει κανένα έγκλημα πέραν του ότι πέρασαν τα σύνορα χωρίς χαρτιά, μας βρίσκουν όλους και όλες ενάντιους.

Οι νέοι χώροι κράτησης-φυλακές αποτελούν  την πραγμάτωση ενός ακήρυχτου πολέμου που διαδραματίζεται “ανεπίσημα” στα ελληνικά σύνορα. Αποτελούν σύμβολο ενός καθεστώτος που ο ξένος, ο πρόσφυγας, γίνεται ο εχθρός και πρέπει να κρατηθεί με κάθε τρόπο μακριά από την κοινωνία, να τιμωρηθεί για την ίδια του την ιδιότητά ως πρόσφυγας.

Η κράτηση προσφύγων, ανθρώπων που δεν έχουν διαπράξει κανένα έγκλημα, δεν μπορεί να είναι αποδεκτή».

Θυμόμαστε ακόμα με συγκίνηση τους πρόσφυγες να χορεύουν μέσα από τα κελιά, με τη μουσική που ακουγόταν από τα μεγάφωνα.

Το καλοκαίρι του 2009, πανευρωπαϊκό No Border Camp στη Λέσβο, καταφέρνει να κλείσει μέσα σε λίγες ημέρες το φριχτό Κέντρο Κράτησης της Παγανής. Οι πρόσφυγες αφήνονται λίγοι – λίγοι ελεύθεροι, με το γνωστό χαρτί ωστόσο που επιτάσσει την έξοδό τους από τη χώρα μέσα σε λίγες ημέρες (πολλές φορές μάλιστα το έδιναν ετεροχρονισμένο). Σε κάθε περίπτωση, ήταν μία ανάσα και για αυτούς και για εμάς.

Το ίδιο διάστημα βέβαια, δεκάδες ήταν οι εξεγέρσεις, οι απεργίες πείνας, οι διαμαρτυρίες που οργανώσαν οι ίδιοι οι κρατούμενοι. Όσο άθλιες και αν ήταν οι συνθήκες κράτησης, το αίτημα τους ήταν πάντα ένα: η ελευθερία τους, η διακοπή της παράλογης αυτής κράτησης. Όπως έγραφε και ένα αυτοσχέδιο πανό που μας περίμενε έξω από την Παγανή, “we don’t want food, we want freedom”.

Μπροστά στις νέες κινητοποιήσεις

Από τότε, τα πράγματα έχουν βέβαια δυσκολέψει πολύ περισσότερο. Η παρουσία της FRONTEX στα χερσαία και υδάτινα σύνορα ενέτεινε τον αντιπροσφυγικό πόλεμο και αύξησε τα θύματα. Ο νόμος για το άσυλο που έφερε η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2009, με τα νέου τύπου «κέντρα πρώτης καταγραφής» αντί να βελτιώσει την κατάσταση, κανονικοποίησε τον εγκλεισμό.

Και τέλος ήρθε η τωρινή κυβέρνηση, η οποία συνειδητά και σχεδιασμένα εφαρμόζει πια μια ναζιστικής έμπνευσης πολιτική στο προσφυγικό. Γιατί, αν και όλα αυτά τα χρόνια μιλούσαμε ήδη για στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα νέου τύπου κέντρα κράτησης στην Ξάνθη, την Κομοτηνή, το Παρανέστι, την Κόρινθο και την Αμυγδαλέζα αξίζουν κυριολεκτικά αυτό τον τίτλο. Ως στόχο τους δεν έχουν τυπικά ούτε την καταγραφή, ούτε την τιμωρία. Αποτελούν μόνο χώρο αποθήκευσης προσφύγων μέχρι την απέλασή τους («προαναχωρησιακά» κέντρα η επίσημη ονομασία τους). Μέχρι τώρα, οι έγκλειστοι παραμένανε φυλακισμένοι για λίγες εβδομάδες ή σπανιότερα μήνες. Μόνο τώρα θεσμοθετήθηκε το 18μηνο κράτησης, το οποίο μπορεί μάλιστα να επαναληφθεί πολλές φορές.

Είναι αυτονόητη η ανάγκη να συνεχιστεί και να ενταθεί η πάλη ενάντια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όσο δύσκολη και να είναι η στιγμή, όσα πολλά και σύνθετα τα καθήκοντα και οι ανάγκες που θέτει. Είναι αυτονόητο καθήκον για το αντιρατσιστικό και μεταναστευτικό κίνημα, για το οποίο η πάλη ενάντια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης συγκεφαλαιώνει πάντα όλη τη δράση του όχι μόνο για τα δικαιώματα των μεταναστών αλλά και για το ίδιο το δικαίωμα στη μετανάστευση, αλλά είναι αυτονόητο καθήκον και για κάθε κοινωνικό κίνημα, για κάθε χώρο ελευθερίας· για να πάρουμε κυριολεκτικά τα ρετρό, αλλά τόσο πραγματικά μας συνθήματα, όταν η ναζιστική πολιτική δεν οπλίζει μόνο το χέρι των χρυσαυγίτικων συμμοριών, αλλά εμπνέει την ίδια την κυβέρνηση και το κράτος, εχθρός της δεν είναι μόνο αυτός που βρίσκεται σήμερα κλεισμένος στα στρατόπεδα, αλλά ολόκληρη η κοινωνία.

Νίκος Νικήσιανης, μέλος της Αντιρατσιστικής Πρωτοβουλίας Θεσσαλονίκης

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ορατότης μηδέν…Του Παντελή Μπουκάλα

Συνεδριάζει σήμερα το Δημοτικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης