in

Τρανς και όχι Trash*

Τρανς και όχι Trash*

Από τη δολοφονία της τρανς Ρίτα Χέστερ το ‘89 στη Μασσαχουσέτη μέχρι τις ζωές των τρανς ανθρώπων σήμερα στη χώρα μας, η Ημέρα Μνήμης των Διεμφυλικών Θυμάτων δίνει μια μικρή αφορμή για σκέψη γύρω από τα “παρεκκλίνοντα” σώματα και φύλα.

Η αναφορά στο «παρεκκλίνον» τίθεται σχεδόν πάντα σε αντιδιαστολή με το «πραγματικό» και το «κανονικό», έτσι όπως αυτό ορίζεται εδώ και αιώνες μέσα από μια θετικιστική αντίληψη τόσο της επιστήμης της βιολογίας, όσο και της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας για το σώμα και το φύλο μας. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τα κυρίαρχα επιστημονικά ρεύματα και τις λαϊκές δοξασίες, το βιολογικό σώμα (άρρεν και θήλυ) δεν μπορεί παρά μόνο να αντιστοιχείται ντετερμινιστικά στο κοινωνικό φύλο του άνδρα και της γυναίκας. Η αντίληψη αυτή μέσα από μια σειρά ευρύτερων και επαναλαμβανόμενων λόγων, συμβολισμών και πράξεων εσωτερικεύεται και πραγματώνεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από την κοινωνία καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορικής της εξέλιξης, εδραιώνοντας φυσικοποιημένα δίπολα όπως άνδρας-γυναίκα, κανονικό-ανώμαλο, υγεία-παθολογία.

Την αμφισβήτηση της κυρίαρχης αυτής ιδεολογίας που συντηρείται από την επιστήμη, τα Μ.Μ.Ε, την οικογένεια, τη θρησκεία, τη γλώσσα, την εκπαίδευση και τον/την καθένα/μιά μας, συνειδητά ή ασυνείδητα, επωμίζεται η κοινότητα των τρανς ατόμων, μαζί με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Και για τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας, η τρανς επιθυμία και έκφραση σημαίνει έναν αδιάκοπο εσωτερικό και κοινωνικό αγώνα επιβίωσης, ορατότητας και διεκδίκησης.

Από τα ιδιωτικά όρια της οικογένειας μέχρι το δημόσιο χώρο του σχολείου, η έκφραση της ταυτότητας φύλου του παιδιού μπορεί να σημαίνει απόρριψη και διωγμό από τους γονείς και το σπίτι, καθώς και απομόνωση και στιγματισμό του ίδιου στο σχολείο. Η λεκτική και σωματική βία υπάρχει πάντα ένα βήμα πιο πέρα, κάνοντας τη διαδικασία κατανόησης της ταυτότητας τόσο ενοχοποιητική, ώστε οι αυτοκτονικές σκέψεις να γίνονται πιο έντονες και η κατάχρηση ναρκωτικών πιο ελκυστική. Αυτό συμβαίνει ως μια άμυνα απέναντι στην κοινωνική καταπίεση που δέχονται, παρά σε μια ενδογενή ψυχοπαθολογική κατάσταση που συχνά τους καταλογίζεται.

Αργότερα, και σε μια ηλικία αναζήτησης εργασίας, τα περισσότερα τρανς άτομα βιώνουν τον πλήρη αποκλεισμό, γεγονός που σημαίνει αφενός πως μένουν χωρίς ασφάλεια και χωρίς πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες και αφετέρου πως οδηγούνται σε μια «επιβεβλημένη» πορνεία (κυρίως οι τρανς γυναίκες). Όλα αυτά δεν αποτελούν απόρροια των υψηλών ποσοστών ανεργίας των τελευταίων χρόνων, μιας που αυτή η κατάσταση επικρατούσε πολλές δεκαετίες πριν η Ελλάδα μπει στην τροχιά της κρίσης. Διαδικασίες που για εμάς φαντάζουν υπεραπλουστευμένες και επιτακτικές, όπως η ενοικίαση ενός σπιτιού ή η παραλαβή ενός πακέτου από το ταχυδρομείο, βιώνονται μέσα από το πρίσμα της απόρριψης της ταυτότητας, μιας που οι συναλλαγές αυτές επιβάλλουν την επίδειξη του εγγράφου ταυτότητας, μιας ταυτότητας που οι ίδιοι επιθυμούν να αλλάξουν.

Από την κοινωνική καταπίεση στη θεσμική υποκρισία, όπου η ταυτότητα φύλου δεν προστατεύεται απέναντι στις διακρίσεις και τη ρητορική μίσους, ενώ η δυνατότητα αλλαγής των εγγράφων δεν προσφέρεται. Και σαν να μην ήταν αρκετά όλα αυτά, οι επιστήμες της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας έρχονται να νομιμοποιήσουν την κοινωνική και θεσμική βία απέναντι στα τρανς άτομα, παθολογικοποιώντας τις ταυτότητές τους κάτω από τη διάγνωση της «Διαταραχής της Ταυτότητας Φύλου» και, προσφάτως, την υποτιθέμενα ‘πολιτικά ορθότερη’ «Δυσφορία Φύλου», έτσι όπως αυτή προκύπτει μέσα από τα Εγχειρίδια της Κλινικής Ψυχιατρικής (DSM). Γίνεται έτσι σαφές πως το πρόβλημα προσωποποιείται στα ίδια τα άτομα κατασκευάζοντάς τα ως παθολογικά και όχι στην παθολογία των στενών κανονιστικών καλουπιών του φύλου στην ελληνική κοινωνία.  

Οι προβληματικές της καθημερινότητας των τρανς ατόμων συνεχίζουν, δίνοντας μας την ευκαιρία μέσα από την εμπειρική γνώση που απλόχερα μας αφηγούνται και μέσα από τα βήματα θεωρητικής σκέψης που έχουν γίνει πάνω σε ζητήματα φύλου, να αντιληφθούμε το βάρος και ταυτόχρονα τη δυναμική της πολιτικής σημασίας του φύλου μας και του σώματός μας.

Η αντίθεση των τρανς σωμάτων και επιθυμιών στην υποχρεωτική κατάσταση ενσωμάτωσης στο ανδρικό ή στο γυναικείο κοινωνικό φύλο ανάλογα με το βιολογικό, δεν αντικατοπτρίζει μια κατάσταση συλλογικού φετιχισμού. Αλλά αποτελεί μια συλλογική αντίσταση σε όλους αυτούς τους έμφυλους κοινωνικούς κανονισμούς που πρέπει να ακολουθήσουμε από τη στιγμή της γέννησή μας, για να ταιριάξουμε όσο το δυνατόν καλύτερα στα υβρίδια που η εξουσία επιβράβευσε με τους όρους «πραγματική» γυναίκα και «πραγματικός» άνδρας. Και ξεχυθήκαμε όλοι σχεδόν ψυχαναγκαστικά, να χωρέσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στις ταυτότητες, στις καλοστημένες θεατρικές παραστάσεις του άνδρα και της γυναίκας, για να γίνουμε αποδεχτοί – και δεν καθίσαμε να σκεφτούμε εάν εμείς οι ίδιοι και εάν εμείς σαν σύνολο, αποδεχόμαστε τις ταυτότητες αυτές.

Και μετά αυτή η βίαιη, de facto διχοτόμηση των φύλων, που επιλεκτικά δίνει έμφαση στη θεωρία της διαφοράς παρά της ομοιότητας μεταξύ τους, άρχισε να διχοτομεί και τις δικές μας ζωές. Να τις διχοτομεί με διαφορετικές συμπεριφορές, με διαφορετικά ρούχα και χαρακτηριστικά προσωπικότητας, με διαφορετικές γκριμάτσες και μυρωδιές, με διαφορετικές στάσεις στο σεξ και στον έρωτα, με διαφορετικές επιθυμίες, που εκπληρώνονται με διαφορετικά προϊόντα και που ενοχοποιούνται με διαφορετικό αξιολογικό χαρακτήρα ανάλογα με το φύλο. Και έτσι τα φύλα μας δεν γεννήθηκαν φυσικά και ανεξάρτητα, αλλά κατασκευάστηκαν κάτω από όλους αυτούς τους παράγοντες, για να συνεχίσουν να αναπαράγουν αυτόν τον καταχρηστικό δυισμό, με κέντρο τον ανδρικό φροϋδικό φαλλό, που η γυναίκα φθονεί και να φυσικοποιούν ένα βαθιά ριζωμένο σεξισμό που καταπιέζει όλα τα φύλα, αλλά δεν δέχεται αντίσταση από κανένα.

Τα τρανς άτομα, μέσα από τις «ανώμαλες» πρακτικές των σωμάτων τους, έρχονται να διεκδικήσουν μια ελευθερία παραπάνω για όλους μας, και όχι μόνο για προσωπική χρήση. Το κοινωνικά ασύμβατο που αντιπροσωπεύουν, θέτει εκ νέου το ερώτημα, εάν το να έχεις πέος σε δεσμεύει από το να ενσωματώσεις και να επιτελέσεις μια γυναικεία ταυτότητα ή το εάν έχεις αιδοίο σε δεσμεύει από το να επιτελέσεις μια ανδρική ταυτότητα, και εάν εν τέλει δε δεσμεύει τα σώματά μας καμία από αυτές τις ταυτότητες, πόσο πραγματικός είναι αυτός ο τεράστιος τοίχος διαφοροποίησης που έχουμε χτίσει ανάμεσα στα φύλα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως από τη στιγμή που τα σώματα μας γεννήθηκαν γυμνά και όχι φορώντας παντελόνια ή φούστα, μακιγιάζ ή ποδοσφαιρικά και από τη στιγμή που η ευαισθησία ή η επιθετικότητα είναι χαρακτηριστικά που εγγράφονται περισσότερο ή λιγότερο μέσα από την κοινωνική μάθηση, τόσο οι υλικές διαφοροποιήσεις, όσο και τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας δεν παύουν να είναι κοινωνικές κατασκευές που εμείς οι ίδιοι ορίσαμε ως ανδρικές ή γυναικείες. Και έτσι με την ίδια βία που καθιερώθηκαν ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά αυτές οι οριοθετήσεις, με την ίδια βία θα αποδομηθούν σε βάθος χρόνου, μέσα από τη συνειδητότητα της καταπίεσής μας και τις πρακτικές αντίστασης που θα αναδυθούν. Απέναντι στο «πραγματικό» μας φύλο, όλοι παρεκκλίνουμε, ακόμα και τα πιο τέλεια στυλιζαρισμένα σώματα, γιατί απλά το «πραγματικό» μας φύλο δεν υπάρχει, είναι ένα αποκύημα της φαντασίας της εξουσίας.

Τα παρεκκλίνοντα σώματα δεν υπάρχουν αυθαίρετα και αναδιοργάνωτα μέσα σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, αλλά βρίσκονται εκεί για να επιβεβαιώσουν καθημερινά το ρόλο τους και ως σεξουαλικά, αλλά και ως εθνικά παρεκκλίνοντα σώματα. Η φιλοσοφία απέναντι σε κάθε τι διαφορετικό ξεκινάει και καταλήγει πάντοτε στην έκφραση του «αυτοί χαλάνε την Ελλάδα». Κι έτσι ένα σύσσωμο εθνικό σύνολο στρέφεται ενάντια σε μια κοινωνική μειονότητα. Άλλωστε, η τρανς κοινότητα υπήρξε πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος, η επιβεβαίωση της φυσιολογικότητας και της κανονικότητας της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή η κανονικότητα που μας περιορίζει όλους δε θα αλλάξει μέχρι να βρούμε το θάρρος να στηρίξουμε ανοιχτά, τις ταυτότητες, τα σώματα και τις επιθυμίες των τρανς συνανθρώπων μας και να εκτιμήσουμε, πως η βία που ασκήθηκε και ασκείται πάνω τους υπήρξε η βάση για το δικό μας ελευθεριακότερο παρόν και μέλλον.

Οι ζωές των τρανς μας κοιτάν περήφανες και μελαγχολικές

Εύκλεια Παναγιωτίδου

*Τίτλος από την ταινία μικρού μήκους από το Εργαστήριο Δημοσιογραφίας – ΕΜΠΟ Πάντειο Πανεπιστήμιο: http://www.youtube.com/watch?v=7GF8k15loRU

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

«Zούσαμε με λίγα ως μονογονεϊκή οικογένεια, αλλά η κρίση μας έχει τσακίσει»

Το εφιαλτικό αριστούργημα «Ο άνθρωπος με το χρυσό χέρι» απο τους εργαζόμενους της ΕΡΤ-3