in

Εμείς τα μπαζώσαμε, αυτά σε κάθε νεροποντή θα μας παίρνουν…

Εμείς τα μπαζώσαμε, αυτά σε κάθε νεροποντή θα μας παίρνουν…

«Το νερό θυμάται, η φύση και τα μπαζωμένα ρέματα εκδικούνται», τονίζει ο πολεοδόμος Γιάννης Πολύζος, ομότιμος καθηγητής του Πολυτεχνείου, επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας που έχει μελετήσει τα ρέματα της Αττικής.

Γράφει η Χαρά Τζαναβαρά για την Εφημερίδα των Συντακτών

Η εικόνα είναι αποκαλυπτικήστα τέλη του 19ου αιώνα στο λεκανοπέδιο Αττικής είχαν καταγραφεί σε χάρτες πάνω από 700 χείμαρροι, ποτάμια και ρυάκια. Στα τέλη του 1999 είχαν απομείνει λιγότερα από 70 και υπολογίζεται ότι μέσα σε έναν αιώνα είχαν καλυφθεί περισσότερα από 550 χιλιόμετρα υδάτινων διαδρομών, ένα μήκος που ξεπερνά την απόσταση Αθήνα-Θεσσαλονίκη.

Μεγάλες λεωφόροι μετά τον πόλεμο διαμορφώθηκαν πάνω σε ρέματα, με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις τον Κηφισό και τον Ιλισό.

Κοίτες μικρών και μεγάλων χειμάρρων μπαζώθηκαν παράνομα από πολίτες και έγιναν οικόπεδα. Τα θυμόμαστε μόνο μετά από κάθε… θεομηνία, για να τα ξεχάσουμε μόλις χαμηλώσουν τα φώτα της δημοσιότητας.

Ποτάμια και ρέματα της Αττικής, όπως αποτυπώνονται σε μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Με μπλε ο Κηφισός και ο Ιλισός. Με κίτρινο ρέματα χαρακτηρισμένα ως ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος, με κόκκινο το δευτερεύον υδρογραφικό δίκτυο.

Ποτάμια και ρέματα της Αττικής, όπως αποτυπώνονται σε μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Με μπλε ο Κηφισός και ο Ιλισός. Με κίτρινο ρέματα χαρακτηρισμένα ως ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος, με κόκκινο το δευτερεύον υδρογραφικό δίκτυο. | 

«Συνεχίζουμε την ξεπερασμένη τακτική του μπαζώματος, ενώ σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις έχουν αρχίσει το ξήλωμα των έργων που είχαν γίνει τον προηγούμενο αιώνα. Πριν από δύο χρόνια ολοκληρώθηκαν τα έργα κάλυψης του ρέματος της Εσχατιάς», επισημαίνει ο Γιάννης Πολύζος και υπενθυμίζει ότι η απόφαση για τη μετατροπή του ρέματος σε λεωφόρο είχε ληφθεί λίγο μετά τις πυρκαγιές της Πάρνηθας.

Οι παρεμβάσεις είχαν παρουσιαστεί τότε ως αντίδοτο σε ενδεχόμενες πλημμύρες και συνοδεύονταν από τις συνήθεις μακέτες που έδειχναν παιδικές χαρές και πλατείες στη θέση της υποβαθμισμένης κοίτης του βασικού ρέματος που διασχίζει σημαντικούς δήμους του δυτικού λεκανοπεδίου.

Πέρα από την αλλοίωση του φυσικού περιβάλλοντος και τους κινδύνους σε περίπτωση νεροποντής, η εξαφάνιση της Εσχατιάς είχε και άλλες παράπλευρες επιπτώσεις: στέρεψε το πηγάδι που υπήρχε στο πάρκο Τρίτση και ήταν πολύτιμο για το πότισμα των χώρων πράσινου.

Εχει ενδιαφέρον ότι στη δεκαετία του 1960, την ίδια εποχή που η κοίτη του Ιλισού εξαφανίστηκε κάτω από την άσφαλτο της οδού Μιχαλακοπούλου, υπήρχαν περιπτώσεις διαφορετικής αντιμετώπισης των ρεμάτων.

Στη Φιλοθέη, ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης διαμόρφωνε το ρέμα αφήνοντας ανοιχτή την κοίτη του, που φυτεύτηκε και διαμορφώθηκε σε μια «γραμμή ζωής», χωρίς ώς σήμερα να έχει προκαλέσει πλημμύρες στη γύρω περιοχή αφού τα νερά της βροχής απορροφώνται από το φυσικό έδαφος.

Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, η συνέχειά του στη Νέα Ιωνία, ο μισοκαλυμμένος Ποδονίφτης, είχε «πνίξει» πριν από μία δεκαπενταετία τον Περισσό.

Γιατί πνίγηκε η Μάνδρα

Στην περίπτωση του Θριάσιου Πεδίου, το μεγαλύτερο μέρος των νερών καταλήγουν στον Σαρανταπόταμο, του οποίου η επίσημη ονομασία είναι Ελευσινιακός Κηφισός γιατί εκβάλλει στον ομώνυμο κόλπο, κοντά στη «Χαλυβουργική».

Μεγάλη σημασία έχει και το ρέμα Σούρες, που βρίσκεται δυτικότερα και εκβάλλει στον Σαρανταπόταμο. Δέχεται όμως τα νερά από το Λυκόρεμα, το Εκκλόρεμα, το Μικρό Κατερίνι, αλλά και της Αγίας Αικατερίνης.

«Δεν υπήρχαν καν ίχνη από το ρέμα. Είναι ένα ρέμα-φάντασμα που έχει εξαφανιστεί κάτω από δρόμους και σπίτια», εξηγεί στην «Εφ.Συν.» ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Γιώργος Τσακίρης, διευθυντής του Κέντρου Φυσικών Καταστροφών.

Για το ίδιο το φαινόμενο μας είπε ότι αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση, αφού η μεγάλη συγκέντρωση νερών της βροχής έγινε μέσα σε ένα τρίωρο, από τις 4 ώς τα 7 το πρωί, και είχε σημείο αναφοράς τα Δερβενοχώρια, μια περιοχή που είχε αποψιλωθεί στις πυρκαγιές του καλοκαιριού, απ’ όπου δύο ώρες αργότερα έπληξε τις κατοικημένες περιοχές της δυτικής Αττικής.

Υπολογίζει ότι έπεσαν 80 τόνοι νερού ανά στρέμμα κατά το επίμαχο διάστημα μόνο στο όρος Πατέρας, πάνω από τη Μάνδρα.

Κεντρική φωτογραφία: Καρτ ποστάλ του 1905 που απεικονίζει τον Κηφισό στη Γέφυρα της Κολοκυνθούς

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σουηδία: Σχεδόν 2.000 γυναίκες μουσικοί καταγγέλλουν τα περιστατικά σεξουαλικών κακοποιήσεων που βίωσαν

«Όταν ο Μαρξ συνάντησε τον Έγκελς» και «Οι γάτες της Κωνσταντινούπολης» στο σινε «Φαργκάνη Art»