in

55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Μια καθημερινή κριτική προσέγγιση με ταινίες του φεστιβάλ που έχουμε δει (IV)

55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Μια καθημερινή κριτική προσέγγιση με ταινίες του φεστιβάλ που έχουμε δει (IV)

Ο Στράτος Κερσανίδης παρακολουθεί το 55ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου και ενημερώνει τους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του alterthess.gr.

Η φωτογραφία είναι από την ταινία «A blast»

«Εχθρός στην τάξη» (Razredni sovgaznik), του Ροκ Μπίτεσκ (ΣΛΟΒΕΝΙΑ): Ένας νέος καθηγητής γερμανικών προσλαμβάνεται στο σε σχολείο. Όταν μια μαθήτρια αυτοκτονεί, οι συμμαθητές της κατηγορούν το νέο καθηγητή ως υπεύθυνο. Το κλίμα στο σχολείο φορτίζεται επικίνδυνα.

Εδώ έχουμε μια ταινία η οποία πίσω από την πολιτική ορθότητα που διακρίνει σε πρώτο επίπεδο ο μη εκπαιδευμένο θεατής, υπάρχει έντονο πολιτικό σχόλιο, το οποίο υπονοείται. Γιατί το σύστημα λειτουργεί και πάντα καταφέρνει να λειτουργήσει, όπως λέει ο καθηγητής στο τέλος στους μαθητές του, αλλά δεν αντιμετωπίζεται με μεμονωμένες ενέργειες, συμπληρώνει. Ο σκηνοθέτης γνωρίζει πολύ καλά πώς να δημιουργήσει την κλιμακούμενη ένταση στο σχολείο όπως γνωρίζει πολύ καλά και πώς να την αποφορτίσει, έχοντάς την φτάσει στο ζενίθ, κρατώντας τελικά το απαύγασμα. Εξαιρετικός χειρισμός των χαρακτήρων, τέτοιος ώστε να διακρίνεται ο καθένας ως ξεχωριστή προσωπικότητα, με τις αντιφάσεις, τις μεταλλαγές, τη στάση τους.  (ΒΡΑΒΕΙΑ ΛΟΥΞ)

«Πόλκ», των Νίκου Νικολόπουλου και Βλαδίμηρου Νικολούζου: Η ταινία έχει σαφή αναφορά στη δολοφονία του αμερικανού δημοσιογράφου, Τζορτζ Πολκ στη Θεσσαλονίκη, το 1948. Η πολύκροτη αυτή υπόθεση, της οποίας δεν αποκαλύφτηκαν ποτέ οι ένοχοι, προσεγγίζεται από μια διαφορετική σκοπιά. Οι δύο σκηνοθέτες μας βάζουν σε ένα παιχνίδι αντικατοπρισμών, μνήμης και χρόνου. Με μια έντονη ποιητική διάθεση, στο σενάριο και τη σκηνοθεσία, κινηματογραφούν με τρόπο εξεζητημένο, σχεδόν αυτάρεσκο, αφήνοντας την ουσία της υπόθεση έξω από την πόρτα. Και ενώ η παρακολούθηση της ταινίας αποτελεί οπτική απόλαυση όσον αφορά το εικαστικό της αποτέλεσμα, παρασύρεται σε πομπώδεις διαλόγους και μονολόγους και τελικά δεν είναι ούτε ιστορική, ούτε πολιτική ταινία, αλλά μοιάζει περισσότερο με άσκηση κινηματογραφικής γραφής. (ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ)

«Νορβηγία», του Γιάννη Βεσλεμέ: Αθήνα, ή κάτι τέτοιο, 1984. Ο βρικόλακας Ζανό, φτάνει στη ντίσκο Ζαρντόζ, όπου συναντά μια πόρνη και έναν Νορβηγό ντίλερ. Κι ακόμη τον ιδιοκτήτη της ντίσκο και ένα κατεστραμμένο πρεζόνι. Γοητευμένος από την Αλίκη, την ακολουθεί σε μια βόλτα σε τόπους υπόγειους και σκοτεινούς, όπου συναντούν ένα υπερήλικα άνδρα. Η γυναίκα του ζητά να τον δαγκώσει για του προσφέρει την αιώνια ζωή. Πιός όμως είναι ο μυστηριώδης υπερήλικας;

Η ταινία παίρνει πολύ υψηλό βαθμό στο επίπεδο της παραγωγής. Από κει και πέρα, μάλλον διχάζει το κοινό, το οποίο βάσισε πολλές προσδοκίες επάνω της, αφού συμμετέχει και στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα. ΤΕν τα’έλει η ταινία είναι ένα αλληγορικό πολιτικό σχόλιο. Ένα σχόλιο για την προσπάθεια νεκρανάστασης του ναζισμού και του φασισμού. Μόνο π[ου για να καταλήξουμε εκεί, έχει περάσει περίπου μία ώρα σουρεαλισμού και γκροτέσκου, άνευ λόγου και ουσίας. Με λύπη μου θα καταλήξω γράφοντας, «πολύ κακό για το τίποτα».(ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ)

«A blast» (Η έκρηξη), του Σύλλα Τζουμέρκα: Ελληνική ταινία η οποία κυκλοφορεί με αγγλικό τίτλο και τον ελληνικό ως μετάφραση. Ακόμη ένα παράδοξο φαινόμενο της σύγχρονης μεταμοντέρνας πραγματικότητας. Δεν είναι βέβαια αυτό το θέμα μας, αλλά η ίδια η ταινία, όμως ήθελα να το σχολιάσω.

Η Μαρία είναι παντρεμένη με το Γιάννη, ο οποίος είναι ναυτικός, και έχουν τρία παιδιά. Όταν ανακαλύπτει πως η μητέρας της χρωστά πολλές χιλιάδες ευρώ σε τράπεζες, προσπαθεί να δει πως θα τα καταφέρει. Με τον άντρα της να ταξιδεύει, με τρία παιδιά να φροντίσει, με μια αδελφή παντρεμένη με χρυσαυγίτη και καταχρεωμένη, η Μαρία δε θα αργήσει να φτάσει στην έκρηξη.

Ο Σύλλας Τζουμέρκας, το έχω ξαναγράψει, είναι ένας ταλαντούχος σκηνοθέτης. Απλώς για μια ακόμη φορά το επιβεβαιώνει. Ο σκηνοθετικός του ρυθμός είναι θαυμάσιος, οι γωνίες λήψης και τα πλαναρίσματα γοητευτικά, οι διάλογοί του ζωντανοί κι αληθινοί. Και βέβαια το θέμα του, που ξεκινά από μια μεγάλη φωτιά που έχει ξεσπάσει σε κάποια δασική έκταση για να ξετυλίξει ένα οικογενειακό δράμα και να καταλήξει σε μια προσωπική τραγωδία. Έχω όμως κάποιες ενστάσεις στο σενάριο που αφήνει μερικά σημεία ασαφή. Πάντως ακόμη και με αυτές τις μικρές αδυναμίες, θεωρώ πως «Η έκρηξη» είναι η καλύτερη ελληνική ταινία από όσες είδα τις μέρες αυτές.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κυπριακή ΑΟΖ: Να αποφευχθεί το ναυάγιο των δικοινοτικών συνομιλιών

ΣΥΡΙΖΑ: Ημέρα παρέμβασης ενάντια στις αυξήσεις των εισιτηρίων του ΟΑΣΘ