in ,

18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Ζουν ανάμεσά μας

18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Ζουν ανάμεσά μας

Του Στράτου Κερσανίδη

 

 

Κάποιοι άνθρωποι ζουν ανάμεσά μας. Μερικές φορές νιώθουμε πως  ίσως να ζούμε εμείς ανάμεσά τους. Κι άλλοτε διαπιστώνουμε πως δε συμβαίνει τίποτε από τα δύο γιατί είμαστε εμείς οι ίδιοι εκείνοι οι «άλλοι», γιατί τα όρια γίνονται όλο και πιο αχνά και κάθε στιγμή χωρίς καν να το αντιληφθούμε μπορεί να περάσουμε στην άλλη πλευρά. Φασίστας, άνεργος, μετανάστης, διαφορετικός, λέξεις που χρησιμοποιούμαι για τους άλλους αλλά ποτέ δεν ξέρουμε πότε οι άλλοι θα τις χρησιμοποιήσουν για μας. Είπαμε, είναι πολύ λεπτά τα όρια.

Και το 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης συνεχίζεται και τα ερωτήματα πληθαίνουν…

«Χρυσή Αυγή: Προσωπική υπόθεση», της Ανζελίκ Κουρούνη: Σκεφθήκατε (σκεφθήκαμε) ποτέ πως γεννιέται μέσα σας (μας) ένας φασίστας; Πως μπορεί ένας καθημερινός άνθρωπος, ένας άνθρωπος σαν εμάς να προσχωρήσει στη ναζιστική «ιδεολογία»; Πως μπορεί να γίνει ψηφοφόρος, μέλος και στέλεχος στη συμμορία της Χρυσής Αυγής; Αυτό εξερευνά η Ανζελίκ Κουρούνη και τα καταφέρνει πολύ καλά. Φέρνει στην επιφάνεια όλους εκείνους τους εσωτερικούς μηχανισμούς καθώς και τις αιτίες που κινητοποιούν ώστε να προσεγγίσει κάποιος το ναζιστικό κίνημα. Επειδή, όσο κι αν δε μας αρέσει, πρόκειται για κίνημα, το οποίο έχει λαϊκές βάσεις, άρα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνο. Βλέποντας την ταινία διαπιστώνει κανείς πως οι χρυσαυγίτες γνωρίζουν πολύ καλά την τέχνη της χειραφέτησης. Γνωρίζουν πώς να εκμεταλλευτούν το κοινωνικό πλαίσιο της κρίσης και να το πιστωθούν πολιτικά.

Η Κουρούνη, κάνει μια βαθιά έρευνα. Μπαίνει μέσα στα γραφεία της Χρυσής Αυγής, μιλάει με στελέχη της, με μέλη της, μπαίνει στα σπίτια τους, τους αφήνει να μιλήσουν. Κι μέσα από όλο αυτό αναδύεται το πορτρέτο του χρυσαυγίτη, ο οποίος δεν είναι ένα τέρας με κέρατα, μακριά νύχια και ουρά αλλά ένας άνθρωπος σας εσάς κι εμάς, είναι γυναίκες και άνδρες της διπλανής πόρτας.

Νομίζω πως η παρακολούθηση της ταινίας θα βοηθήσει πολλά κολλημένα μυαλά της αριστεράς να ταρακουνηθούν. Να αντιληφθούν πως ο ναζισμός δεν αντιμετωπίζεται μόνον με διαδηλώσεις, φεστιβάλ και αυταρέσκεια. Ούτε με συγκρούσεις στους δρόμους. Η εγκληματική «ιδεολογία» της Χρυσής Αυγής, η ίδια η Χρυσή Αυγή αντιμετωπίζεται με την καθημερινή τριβή με τους ανθρώπους, όχι με το γνωστό διδακτικό τρόπο που η πλειοψηφία ημών των αριστερών χρησιμοποιούμε, ούτε με αφορισμούς και αποκλεισμούς. Γιατί την ώρα που εμείς ασχολούμαστε με το ποιος είναι πιο αντιφασίστας από τον άλλον και με ποιον θα διαδηλώσουμε στο ίδιο μπλοκ ή εάν είναι καλή ή κακή η Ε.Ε. οι χρυσαυγίτες κάνουν τη δουλειά τους.

Δείτε την ταινία, ίσως τρομάξετε λιγάκι, ίσως μετακινηθείτε μια σταλίτσα από τις βεβαιότητές σας, ίσως αντιληφθείτε πως ο αντιφασισμός δεν είναι μόνο πανό, ντουντούκα και προκήρυξη. Δεν κουνώ το δάχτυλο σε κανέναν. Αυτοκριτική κάνω και απλά περιγράφω τα όσα με έκανε η ταινία της Ανζελίκ Κουρούνη να σκεφτώ. Νομίζω πως εάν η δημοκρατία, εάν η αριστερά των αγώνων και των μεγάλων κατακτήσεων δεν μπορεί να αντιμετωπίσει στη βάση, μέσα στο λαό, την εγκληματική ιδεοληψία του φασισμού, τότε το πρόβλημα είναι δικό της.

Δεν μπορώ να κρίνω την ταινία κινηματογραφικά. Αλλά εάν κρίνω από τις σκέψεις, τις αναταράξεις και τους προβληματισμούς που μου δημιούργησε, τότε θεωρώ πως η σκηνοθέτιδα έκανε πολύ καλή δουλειά.

«Εγώ… το πρόβλημα», του Αλέξανδρου Μάρκου: Λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004, κι επειδή η πόλη έπρεπε να φαίνεται «καθαρή», η αστυνομία μάζεψε περίπου τα παιδιά τα οποία ζητιάνευαν στα φανάρια. Τα περισσότερα ήταν Ρομά αλβανικής καταγωγής και ήταν θύματα δουλεμπόρων. Οι αριθμοί μιλούν για 500 περίπου τέτοια παιδιά τα οποία χάθηκαν από το ίδρυμα Αγία Βαρβάρα στην Αθήνα. Από τότε έχουν περάσει πάνω από 10 χρόνια. Ο Νίκος, ο Άλεξ και ο Τόνι είναι τρία από εκείνα τα παιδιά που σήμερα είναι νέοι άνδρες. Γνωρίζουν πολύ καλά, πλέον τι θέλουν, έχουν όνειρα, ο ένας από αυτούς έχει κάνει οικογένεια, δε γνωρίζουν σχεδόν καθόλου αλβανικά ενώ μιλούν πολύ καλά τα ελληνικά. Κι όμως, μετά από τόσα χρόνια ζουν με προσωρινές άδειες παραμονής και με τον κίνδυνο ανά πάσα στιγμή να απελαθούν σε μια χώρα με την οποία δε τους συνδέει απολύτως τίποτα!

Ο Νίκος, ο Άλεξ και ο Τόνι μιλούν μπροστά στην κάμερα, μας ξεναγούν στους χώρους που μεγάλωσαν, στα ιδρύματα.

Ο Αλέξανδρος Μάρκου ο οποίο καταπιάνεται με αυτό το «δύσκολο» θέμα φαίνεται πως έχει τόσο την ευαισθησία όσο και την ικανότητα, να το φέρει σε πέρας. Αυτό που αναδεικνύει, αφού μας συστήνει τους τρεις πρωταγωνιστές του, είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Και αυτό, φυσικά, επιδιώκει ο σκηνοθέτης. Να βοηθήσει με το δικό του τρόπο, στη γνωστοποίησή τους και κατ’ επέκταση στην επίλυσή τους. Με ρέουσα αφήγηση –βοηθούν σε αυτό και οι πρωταγωνιστές-, χωρίς μελοδράματα, ο σκηνοθέτης καταθέτει με σαφήνεια την άποψή του και τους στόχους του.

 «Ως εδώ», του Νίκου Μεγγρέλη: Η Ελλάδα της κρίσης μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου που έχει ένα μικρό μαγαζί στην Αθήνα. Ο Ανέστης, περπατά στους δρόμους της πρωτεύουσας, μετρά τα κλειστά μαγαζιά, μετρά και τα έξοδά του για να διαπιστώσει πως δε βγαίνει. Περπατά στους δρόμους, σκέφτεται, βλέπει τους άστεγους και τους ανθρώπους που ψάχνουν στους κάδους των σκουπιδιών. Συναντά κι άλλους αυτοαπασχολουμένους, μικροεπιχειρηματίες οι οποίοι μαστίζονται από την κρίση και αντιμετωπίζουν το φάσμα της χρεοκοπίας.

Ο Νίκος Μεγγρέλης, αποτυπώνει μια πραγματικότητα μέσα από τις αφηγήσεις των ανθρώπων που τη βιώνουν. Ενδιάμεσα παραθέτει αριθμούς οι οποίοι δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος. Κι έχει ένα πολύ καλό εύρημα, το οποίο αποφορτίζει κάπως το θεατή. Είναι αυτά που σκέφτεται ο Ανέστης περπατώντας στο δρόμο, που ενώ αποτυπώνουν τη δραματικότητα της κατάστασης, λέγονται με τρόπο ανέμελο, σχεδόν χιουμοριστικό. Έτσι ώστε να φέρνει στο θεατή ένα πικρό χαμόγελο.

Θεωρώ πως μέσα σε μόλις 22 λεπτά, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να δώσει μια ανάγλυφη εικόνα της πραγματικότητας.

«Spectrum», των Χαράς Καλλιοντζή, Ιωάννας Παπαϊωάννου, Διώνης Τέγου και Δήμητρας Τσαλκιτζόγλου: Τρεις διεμφυλικές, η Ντένυ, η Νανά και η Άννα μιλούν μπροστά στο φακό. Μιλούν για τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν, για την κοινωνική περιθωριοποίηση, για τις δυσκολίες που υπάρχουν σε κάθε του βήμα. Και ενώ εξηγούν την έννοια της ταυτότητας φύλου, αφηγούνται την πολύ σκληρή καθημερινότητά τους.

Το θέμα είναι δύσκολο και τολμηρό. Κι όμως οι τέσσερις νέες γυναίκες έχουν αναλάβει τη σκηνοθεσία τα πάνε περίφημα. Κρατούν τις δύσκολες ισορροπίες και καταφέρνουν να αναδείξουν τις προσωπικότητες των ηρωίδων τους και το μεγαλείο που μπορεί να κρύβουν μέσα τους. Ξέρετε είναι πολύ εύκολο ένα τέτοιο θέμα θα κυλήσει προς το μελό ή να καταντήσει διδακτισμός αλλά και να προκαλέσει γελάκια από τη μεριά κάποιων θεατών. Μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί η δημαγωγική προσέγγιση. Όμως οι σκηνοθέτιδες δε πέφτουν σε καμιά από όλες αυτές τις παγίδες, αλλά αναδεικνύουν την ανθρώπινη πλευρά για να μας παρουσιάσουν τρεις γενναίους ανθρώπους, τρεις διεμφυλικές οι οποίες αποφάσισαν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και πάνω απ’ όλα το δικαίωμά τους στη ζωή και τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου τους. Τρεις τρανσέξουαλ αληθινές αγωνίστριες και όχι αγωνίστριες του ‘γλυκού νερού’.

Αν πάρουμε υπόψη πως οι σκηνοθέτιδες δεν έχουν σπουδάσει κινηματογράφο αλλά δημοσιογραφία και παρόλα αυτά κάνουν σινεμά και όχι τηλεοπτικό ρεπορτάζ, τότε το αποτέλεσμα που πέτυχαν αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία.

«Για την Κιμπέρα» (For Kibera!), της Κάτι Γιούουρους: Κιμπέρα σημαίνει δάσος, αλλά εκεί που κάποτε φύτρωναν χιλιάδες δέντρα, σήμερα υπάρχει μια τεκενεδούπολη στα περίχωρα του Ναϊρόμπι, πρωτεύουσας της Κένυας. Ο Μπόι Ντάλας, εργάζεται ως δημοσιογράφος σε έναν τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό και ζει εκεί. Οι συνθήκες ζωής στην Κιμπέρα είναι τραγικές. Βρόμα και δυσωδία παντού, δεν υπάρχουν τουαλέτες, όλα τα σκουπίδια καταλήγουν μέσα σε ένα ποταμάκι που τη διασχίζει. Εκεί δραστηριοποιούνται πάνω από 200 μη κυβερνητικές οργανώσεις, πολλοί ξένοι την επισκέπτονται αλλά όπως φαίνεται ζουν σε έναν παράλληλο κόσμο. Δολοφονίες, βιασμοί, κυβερνητική διαφθορά και οι άνθρωποι που ζουν στην Κιμπέρα δεν έχουν τη δυνατότητα να ονειρευτούν μια άλλη ζωή. Ο Μπόι Ντάλας κυκλοφορεί με την κάμερά του στα στενά και βρόμικα δρομάκια της Κιμπέρα και αποτυπώνει τα όσα συμβαίνουν. Μέσα από τις εικόνες του προσπαθει να αποκαλύψει τη σκληρή πραγματικότητα.

Η ταινία είναι μια γροθιά στο στομάχι! Εικόνες σκληρές, ανελέητες, εικόνες ντροπής που πρέπει να γεμίζουν ενοχές όλους εμάς που ζούμε στις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου. Ένα ατόφιο ντοκιμαντέρ με ξεκάθαρο στόχο. Η σκηνοθέτιδα, Κάτι Γιούουρους από τη Φιλανδία, βουτάει κυριολεκτικά μέσα στα σκατά με σκοπό να ταρακουνήσει τις κοιμισμένες συνειδήσεις μας. Ποιοι είναι οι άνθρωποι οι οποίοι κάνουν μεγάλες δωρεές, ποιες είναι οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, ποιοι κυβερνούν την Κένυα, ποιος είναι εντέλει, ο ρόλος όλων αυτών;

«Λάντλοου, οι Έλληνες στους πολέμους του άνθρακα», του Λεωνίδα Βαρδαρού: Μια αιματοβαμμένη σελίδα του αμερικανικού εργατικού κινήματος είναι τα όσα συνέβησαν στο Λάντλοου, του Κολοράντο, το 1914. Τα γεγονότα τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως Πόλεμος του Άνθρακα, ήταν μια μετωπική σύγκρουση των εργατών στα ανθρακωρυχεία, με το μεγαλύτερο οικονομικό τρομοκράτη της εποχής, τον Τζον Ροκφέλερ. Σημαντικό ρόλο στο συνδικάτο των ανθρακωρύχων έπαιξαν και 500 έλληνες εργάτες, με επικεφαλής τον Λούι Τίκα, ο οποίος δολοφονήθηκε από την εθνοφρουρά η οποία έπαιζε το ρόλο των μισθοφόρων του Ροκφέλερ.

Μια από τις πτυχές του αμερικανικού εργατικού κινήματος και τη συμμετοχή των ελλήνων μεταναστών σε αυτό αποκαλύπτει με την ταινία του ο Λεωνίδας Βαρδαρός. Σπάνιο αρχείο, συνεντεύξεις με ελληνοαμερικάνους διανοούμενους και πλούσιο αρχειακό υλικό υποστηρίζουν το σημαντικό αυτό ντοκιμαντέρ.

«In wood we trust», του Γρθηγόρη Βαρδαρινού: Ο Κεωνίδας και ο Μπο0άμπηγς Σούρας είναι δυο αδέλφια από τον Κολινδρό Πιερίας που μεγάλωσαν μέσα στο ξυλουργείο του πατέρα τους. Αγάπησαν το ξύλο και αποφάσισαν να καινοτομήσουν. Δημιούργησαν την εταιρία Exallo και άρχισαν να παράγουν αξεσουάρ μόδας κατασκευασμένα από ξύλο!

Μια ενδιαφέρουσα ταινία, η οποία είναι ένα επεισόδιο από σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ. 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Οι νέες ταινίες της εβδομάδας

Πεζόδρομος η Λεωφόρος Νίκης την Κυριακή 20 Μαρτίου